Powered By Blogger

8.4.08


ΕΡΕΧΘΕΙΟ

Το Ερέχθειο, κομψό οικοδόμημα με ιδιαίτερο χαρακτήρα και αρχιτεκτονική μορφή, βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του βράχου της Ακρόπολης. Οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 421-406 π.Χ., αντικαθιστώντας τον πρωιμότερο ναό, που βρισκόταν λίγο πιο νότια και ήταν αφιερωμένος στην Αθηνά Πολιάδα, το λεγόμενο ''Αρχαίο ναό''. Ο ναός αναφέρεται ως ''Ερέχθειο'' μόνο από τον Παυσανία (1.26.5) και η ονομασία αυτή σχετίζεται με το μυθικό βασιλιά των Αθηνών Ερεχθέα, που λατρευόταν αρχικά στη θέση αυτή. Από άλλες πηγές το οικοδόμημα συνήθως αναφέρεται απλώς ως ''ναός'' ή ''αρχαίος ναός''. Η ιδιόρρυθμη μορφή του οφείλεται εν μέρει στη διαμόρφωση του εδάφους, που είναι κατά 3 μ. ψηλότερο στο ανατολικό μέρος, αλλά και στις δύο κύριες λατρείες, που έπρεπε να στεγάσει σε δύο διαφορετικούς χώρους. Ο πρώτος ήταν αφιερωμένος στην Αθηνά Πολιάδα και καταλαμβάνει το ανατολικό τμήμα του κτηρίου, ενώ στο δυτικό τμήμα, που βρισκόταν σε χαμηλότερο επίπεδο, λατρευόταν ο Ποσειδώνας-Ερεχθέας και υπήρχαν βωμοί του Ηφαίστου και του Βούτου, αδελφού του Ερεχθέα. Εδώ κατοικούσε, σύμφωνα με το μύθο, και ο οικουρός όφις, το ιερό φίδι της Αθηνάς. Παράλληλα, στον ίδιο χώρο υπήρχαν και ορισμένα ιερά σημεία, που έπρεπε να προστατευθούν από το κτήριο, όπως ο τάφος του Κέκροπα και τα ίχνη που θύμιζαν την έριδα της Αθηνάς και του Ποσειδώνα για την κηδεμονία της πόλης. Το οικοδόμημα έχει κατασκευασθεί από πεντελικό μάρμαρο, ενώ για τη ζωφόρο του χρησιμοποιήθηκε γκρίζα ελευσινιακή πέτρα και για τα θεμέλια πειραϊκός ακτίτης. Στην πρόσοψη του ανατολικού τμήματος υψώνεται εξάστυλη ιωνική στοά, από όπου ήταν και η είσοδος, με δύο παράθυρα εκατέρωθεν. Στο εσωτερικό του ναού αυτού φυλασσόταν το ξόανο, το άγαλμα της Αθηνάς, φτιαγμένο από ξύλο ελιάς, το οποίο έντυναν με τον πέπλο οι Αρρηφόροι κατά τη διάρκεια της γιορτής των Παναθηναίων. Στο δυτικό τμήμα, που βρισκόταν σε χαμηλότερο επίπεδο, η είσοδος γινόταν από ένα πρόπυλο σε σχήμα Π, στη βόρεια πλευρά, με τέσσερις ιωνικούς κίονες στην πρόσοψη και από έναν σε κάθε πλευρά. Στο πλακόστρωτο της στοάς που σχηματίζει το πρόπυλο υπάρχουν, σύμφωνα με την παράδοση, τα ίχνη της τρίαινας με την οποία ο Ποσειδώνας χτύπησε τη γη και έκανε να αναβλύσει η πηγή με το αλμυρό νερό. Το δάπεδο του ναού ήταν μαρμάρινο και από κάτω, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, υπήρχε η ''Ερεχθηίς θάλασσα'', όπου κατέληγαν τα νερά της αλμυρής πηγής του Ποσειδώνα. Μία μικρή πόρτα στο δυτικό τοίχο του ναού οδηγούσε στο ιερό της Πανδρόσου, στα δυτικά του Ερεχθείου. Η δυτική πλευρά εξωτερικά είχε τέσσερις ιωνικούς κίονες επάνω σε ψηλό στυλοβάτη, οι οποίοι ενώνονταν με χαμηλό τοίχο και κιγκλιδώματα. Μία άλλη πόρτα, τέλος, στο νότιο τοίχο του ναού αυτού, οδηγούσε μέσω μίας σκάλας στην πρόσταση των Καρυάτιδων. Αυτή είναι μικρή στοά σχήματος Π, όπου τη θέση των κιόνων καταλαμβάνουν έξι αγάλματα κορών, που στηρίζουν με το κεφάλι τους την οροφή της. Ονομάσθηκαν Καρυάτιδες μεταγενέστερα, επειδή σχετίσθηκαν με τις κοπέλες από τις Καρυές της Λακωνίας, που χόρευαν ένα χορό προς τιμήν της θεάς Αρτέμιδος. Φιλοτεχνήθηκαν από το γλύπτη Αλκαμένη ή, σύμφωνα με άλλους, από το γλύπτη Καλλίμαχο. Τα πέντε αγάλματα των Καρυάτιδων βρίσκονται σήμερα στο Μουσείο Ακροπόλεως και το έκτο στο Βρετανικό Μουσείο, ενώ στη θέση τους έχουν τοποθετηθεί αντίγραφα από χυτό υλικό. Όλο το οικοδόμημα διακοσμούσε μία ζωφόρος, όπου πιθανόν απεικονίζονταν σκηνές σχετικές με τους μυθικούς βασιλείς της Αθήνας. Τον 1ο αι. π.Χ. το μνημείο κάηκε κατά τη διάρκεια βαρβαρικών επιδρομών και υπέστη μικρές επισκευές και τροποποιήσεις. Κατά τους πρώιμους χριστιανικούς χρόνους μετατράπηκε σε εκκλησία της Θεομήτορος, την εποχή της Φραγκοκρατίας (1204-1456) χρησιμοποιήθηκε ως παλάτι και κατά την Τουρκοκρατία (1456-1833) φιλοξένησε το χαρέμι του Τούρκου φρούραρχου. Στις αρχές του 19ου αιώνα, μία από τις Καρυάτιδες και ένας κίονας αποσπάσθηκαν κατά τη διάρκεια της διαρπαγής των μαρμάρων του Παρθενώνα από το λόρδο Έλγιν, ενώ λίγο αργότερα, το 1827, στη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων, το κτήριο ανατινάχθηκε από τουρκική οβίδα. Προσπάθειες για την αποκατάσταση του μνημείου έγιναν αμέσως μετά την απελευθέρωση. Το Ερέχθειο είναι το πρώτο από τα μνημεία της Ακρόπολης, του οποίου ολοκληρώθηκε η αναστήλωση κατά τη διάρκεια των ετών 1979-1987, στο πλαίσιο των αναστηλωτικών εργασιών που εκτελούνται στο χώρο της Ακρόπολης. Η αναστήλωση αυτή βραβεύθηκε από την Europa Nostra.




Σήμερα θα μιλήσουμε για τον ωραιότερο ναό της Ακρόπολης τον Παρθενώνα , αυτό το θαύμα της αρχιτεκτονικής και της ομορφιάς που καθώς περνούν τα χρόνια αποκτά όλο και περισσότερη αξία.Χιλιάδες άνθρωποι, μέσα σ' έναν πρωτοφανή πυρετό, εργάστηκαν για πολλά χρόνια για να γίνουν οι ασύγκριτοι σε πλούτο και ομορφιά ναοί της Ακρόπολης και τα αριστοτεχνικά αγάλματα. Τα καράβια ξεφόρτωναν συνέχεια στον Πειραιά πολύτιμη ξυλεία της Θράκης και του Λιβάνου. Από την Αίγυπτο έφτασαν πολλά φορτία με ελεφαντόδοντο. Η Θράκη και η Λιβύη προμήθευσε το χρυσάφι που χρειαζόταν για τα αγάλματα. Και η κοντινή Πεντέλη πρόσφερε το ολοκάθαρο και πολύτιμο μάρμαρο της. Ο Ικτίνος έκανε τα σχέδια της Ακρόπολης και ο Καλλικράτης. σπουδαίος αρχιτέκτονας, είχε την επίβλεψη των έργων. Τα αγάλματα τα ανάλαβε ο μοναδικός Φειδίας, ο πιο ονομαστός γλύπτης της Αθήνας, που όμοιος του δεν παρουσιάστηκε ποτέ και πουθενά ως την εποχή μας. Βοηθούς του ο Φειδίας είχε τον αδελφό του τον Πάναινο, που ήταν άξιος και στη ζωγραφική, καθώς και τον Κολώτη, που ήταν ειδικός στο να δουλεύει το χρυσάφι και το ελεφαντόδοντο. Πρώτος απ' όλους τους ναούς άρχισε να χτίζεται ο Παρθενώνας, πάνω στα θεμέλια του προηγούμενου ναού που είχε χτίσει ο Πεισίστρατος και τον είχαν καταστρέψει οι Πέρσες. Ονομάστηκε Μέγας Ναός και όχι Παρθενώνας. Το όνομα αυτό το πήρε αργότερα από ένα θάλαμο του ναού, που ονομαζόταν Παρθενών, επειδή εκεί συγκεντρώνονταν οι παρθένες που υπηρετούσαν τη θεά Αθηνά. Το υλικό για την κατασκευή του ήταν πεντελικό μάρμαρο, εκτός από το υπερυψωμένο δάπεδο, όπου χρησιμοποιήθηκε πωρόλιθος. Εννέα χρόνια χρειάστηκαν για την ανέγερση του ναού. Τα επίσημα εγκαίνια του έγιναν στα μεγάλα Παναθήναια του 439. Ωστόσο, το στόλισμα του ναού με τα αγάλματα του Φειδία, στη ζωφόρο και στις μετόπες, συνεχιζόταν και τελείωσε το 432. Δηλαδή για να τελειώσει ολότελα ο ναός, χρειάστηκαν δεκαπέντε χρόνια. Ήταν ναός περίπτερος , με δύο σειρές κολώνες , μήκους 70 μέτρων και πλάτους 31, Δωρικού ρυθμού ,με αρκετά στοιχεία Ιωνικού. Αυτή η σύνθεση των δύο αρχιτεκτονικών στοιχείων, έκανε το πελώριο οικοδόμημα πιο ανάλαφρο. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς από αυτό το αρχιτεκτονικό αριστούργημα που ονομάζεται Παρθενώνας! Όλα μελετήθηκαν και στην παραμικρότερη λεπτομέρεια τους. Επειδή το μάτι του ανθρώπου ξεγελιέται και τις μεγάλες ευθείες τις βλέπει στη μέση τους να καμπυλώνουν, οι σπουδαίοι Αθηναίοι αρχιτέκτονες χρησιμοποίησαν ελαφρές καμπύλες, ώστε στο μάτι να φαίνονται ευθείες. Οι κολώνες έγερναν ελαφρά προς τα μέσα για να οδηγούν το βλέμμα ψηλά. Αυτό το μεγάλο κτίριο το χαρακτήριζε η απλότητα, η σοβαρότητα, η επιβλητικότητα, αλλά και η χάρη. Ναι, οι εκατοντάδες τόνοι από μάρμαρο, θα 'λεγε κανείς ότι δεν του έδωσαν την αίσθηση του όγκου και του βάρους. Ταίριαζε απόλυτα στο γυμνό βράχο της Ακρόπολης, αλλά και σε όλο το περιβάλλον της Αθήνας με το ζωηρό της φως. Το εσωτερικό του χωριζόταν στον πρόναο το σηκό και τον οπισθόδομο. Στη ζωφόρο, που είχε συνολικό μήκος 140 μέτρων και ύψος 1 μέτρου, ο Φειδίας λάξευσε τα αριστουργηματικά του γλυπτά με θέμα την προετοιμασία της πομπής των Παναθηναίων. Πόση απλότητα, πόση λιτότητα, αλλά και πόση ζωντάνια και αλήθεια δεν υπάρχουν σ' αυτά τα ανεπανάληπτα γλυπτά! Στη μετόπη αναπαράστησε σκηνές από τη γιγαντομαχία. Στο ανατολικό αέτωμα διάλεξε σαν θέμα τη γέννηση της Αθηνάς από το κεφάλι του Δία και στο δυτικό τη σκηνή της φιλονικίας της Αθηνάς με τον Ποσειδώνα, πάνω στην Ακρόπολη. Στο σηκό ο Φειδίας έστησε το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς, ένα πραγματικό αριστούργημα ομορφιάς, τέχνης, χάρης και επιβλητικότητας. Μας το περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια ο Παυσανίας, που το είδε στη θέση του όταν επισκέφτηκε την Αθήνα, έτσι όπως μας έκανε και την περιγραφή του αγάλματος του Δία, στην Ολυμπία, έργο και αυτό του Φειδία. Το ύψος του αγάλματος μαζί με το βάθρο έφτανε τα 15 μέτρα. Ήταν μια Αθηνά που στεκόταν όρθια , επιβλητική και ολοζώντανη. Φορούσε έναν Αττικό χιτώνα και τα χέρια της ήταν γυμνά, φτιαγμένα από ελεφαντόδοντο. Στο δεξί της χέρι κρατούσε τη φτερωτή νίκη, που είχε ύψος 1,80εκ. Και ήταν χρυσελεφάντινη. Στο αριστερό χέρι κρατούσε ακουμπισμένα στο δάπεδο, το δόρυ και την ασπίδα. Ανάμεσα σ' αυτά τα δύο υπήρχε ένα φίδι που παρίστανε τον Εριχθόνιο. Στο εσωτερικό μέρος της ασπίδας, ο μοναδικός ζωγράφος Πολύγνωτος είχε ζωγραφίσει σκηνή από τη 1η γιγαντομαχία και στο εξωτερικό υπήρχε σκηνή από τον πόλεμο του Θησέα με τις Αμαζόνες. Σ' έναν από τους πολεμιστές ο Φειδίας είχε δώσει τη μορφή του Περικλή και σε έναν άλλο, σε ένα γέρο που σήκωνε μια πέτρα, τη δική του μορφή. Το χρυσάφι του αγάλματος ζύγιζε κάπου έναν τόνο! Οι Αθηναίοι κατηγόρησαν αργότερα το Φειδία πως είχε κλέψει αρκετό από το χρυσάφι που προοριζόταν για το άγαλμα και τον έφεραν σε δίκη. Μα εκείνος, που ήξερε πολύ καλά τον ανθρώπινο φθόνο, είχε λάβει τα μέτρα του. Είχε ζυγίσει το χρυσάφι που του παράδωσαν, το οποίο ήταν ακριβώς 44 τάλαντα. Το χρυσάφι στο άγαλμα το είχε τοποθετήσει με τέτοιον τρόπο, ώστε να ξεκολλάει εύκολα και να μπαίνει ξανά στη θέση του. Στη δίκη ζήτησε να βγάλουν το χρυσάφι και να το ζυγίσουν, πράγμα που έγινε. Και το βάρος του ήταν ακριβώς το ίδιο, 44 τάλαντα! Φυσικά ο Φειδίας αθωώθηκε. Αλλά, βρήκε καινούργιους μπελάδες. Τον κατηγόρησαν για ιεροσυλία, επειδή έδωσε στους δυο πολεμιστές της ασπίδας της Αθηνάς, τη μορφή του και τη μορφή του Περικλή, θα τον καταδίκαζαν οπωσδήποτε σε θάνατο, αλλά κατάφερε να δραπετεύσει και έφυγε για την Ολυμπία, όπου μαζί με τους δυο αχώριστους βοηθούς του έφτιαξε ένα καινούργιο αριστούργημα, το γιγάντιο χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία. Ξαναγυρίζουμε στον Παρθενώνα. Το θαύμα αυτό της αρχιτεκτονικής, έμεινε για πολλούς αιώνες άθικτο. Οι Ρωμαίοι τον σεβάστηκαν και οι Χριστιανοί το 500 μ.Χ. τον μετέτρεψαν σε χριστιανική εκκλησία, κάνοντας ελάχιστες αλλαγές στο εσωτερικό του. Φυσικά, αυτή την εποχή το πολύτιμο άγαλμα της Αθηνάς δεν υπήρχε. Ποιος ξέρει ποιοι το κατάστρεψαν για να πάρουν το χρυσάφι του. Η απληστία των ανθρώπων και η άγνοια, κατάστρεψαν ίσως το πιο αριστουργηματικό δημιούργημα των αιώνων. Το 1456 οι Τούρκοι με τη σειρά τους έκαναν τον Παρθενώνα τζαμί, χτίζοντας ένα μιναρέ στη ΝΔ γωνία του. Το κτίριο όμως δεν το πείραξαν. Το 1655 υπήρχαν σχεδόν όλα τα γλυπτά. Η καταστροφή έγινε το 1687, στις 26 του Σεπτέμβρη. Οι Βενετσιάνοι, με αρχηγό τον Μοροζίνη είχαν πολιορκήσει την Αθήνα. Ένας Γερμανός πυροβολητής έστειλε μια οβίδα στην Ακρόπολη, που χτύπησε τον Παρθενώνα. Τον Παρθενώνα που οι Τούρκοι είχαν αποθηκεύσει στο εσωτερικό του μπαρούτι. Η φοβερή έκρηξη που ακολούθησε, σμπαράλιασε κυριολεκτικά το ομορφότερο κτίριο του κόσμου. Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Άγγλος πρεσβευτής στην Πόλη, Έλγιν, πήρε άδεια από τις Τουρκικές αρχές ν' αφαιρέσει όσα γλυπτά ήθελε από τον πληγωμένο ναό της Αθηνάς και να τα μεταφέρει στο Λονδίνο. Οι εργάτες που τα ξεκολλούσαν έσπασαν αρκετά από τα αριστουργήματα του Φειδία. Τα υπόλοιπα τα φόρτωσε ο ιερόσυλος Άγγλος στο καράβι και τα πήγε στη χώρα του. Ονομάστηκαν Ελγίνεια μάρμαρα και βρίσκονται στο Βρετανικό μουσείο. Σήμερα στον Παρθενώνα γίνονται πολλές εργασίες από εξειδικευμένους επιστήμονες για να ξαναγίνει ο ναός όπως ήταν παλιά όσο αυτό είναι δυνατό. Επίσης κάτω από την Ακρόπολη ετοιμάζεται το νέο μουσείο Ακροπόλεως. Ας ελπίσουμε ότι τα Ελγίνεια μάρμαρα θα ξαναγυρίσουν στον τόπο μας και θα τα θαυμάζουμε από κοντά σε κάποια από τις αίθουσες του νέου μουσείου.